ΟΙΣ ΟΙΩΝΟΣ ΑΡΙΣΤΟΣ ΑΜΥΝΕΣΘΑΙ ΠΕΡΙ ΠΑΤΡΙΣ

ΟΙΣ ΟΙΩΝΟΣ ΑΡΙΣΤΟΣ ΑΜΥΝΕΣΘΑΙ ΠΕΡΙ ΠΑΤΡΙΣ

ΛΑΟΣ ΠΟΥ ΧΑΝΕΙ ΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ ΤΟΥ, ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΤΑ ΗΘΗ ΚΑΙ ΤΑ ΕΘΙΜΑ ΤΟΥ ΠΑΥΕΙ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ.
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΡΟΣΩΚΡΑΤΙΚΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΡΟΣΩΚΡΑΤΙΚΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2014

Αναξιμένης ο Μιλήσιος (585-525 π.Χ.)



των Στράτου Θεοδοσίου επίκουρου καθηγητή, Μάνου Δανέζη, αναπληρωτή καθηγητή, Τμήμα Φυσικής – Πανεπιστήμιο Αθηνών, και Milan Dimitrijević, Astronomical Observatory of Belgrade, Serbia



Για τον μαθητή του Αναξίμανδρου, Αναξιμένη, ο αήρ ήταν η αχανής υλική μάζα -που βρισκόταν σε συνεχή κίνηση, όπως ακριβώς το άπειρο του Αναξίμανδρου- στην οποίαν αναγόταν γενετικά καθετί που υπήρχε.

Ένας άλλος Ίωνας φυσιολόγος της περίφημης Ιωνικής Σχολής ήταν ο Αναξιμένης ο Μιλήσιος (585-525 π.Χ.), μαθητής του Αναξίμανδρου, που παραδεχόταν, όπως και ο δάσκαλός του, την άπειρη υπόσταση της πρωταρχικής ουσίας – με κάποιον βέβαια επιπλέον προσδιορισμό: τα?ς ποιότησιν ?ρισμένον.

Ο Αναξιμένης αποδεχόταν κι αυτός, όπως όλοι οι άλλοι Ίωνες φιλόσοφοι, την βασική μονιστική αρχή της Ιωνικής Σχολής ότι τα πάντα πηγάζουν από μία αρχή και τελικά καταλήγουν σ’ αυτήν. Σύμφωνα με τις απόψεις του μεγάλου Έλληνα φιλοσόφου, αρχή των πάντων ήταν ο αέρας, που κατ’ αυτόν ήταν άπειρος, δηλαδή απροσδιόριστος και αιώνιος. Ο αήρ ήταν η αχανής υλική μάζα στην οποίαν αναγόταν γενετικά καθετί που υπήρχε. Αυτό ακριβώς επισημαίνει ο Ψευδο-Πλούταρχος: «Αναξιμένην δε φασι την των όλων αρχήν τον αέρα ειπείν και τούτον είναι τω μεν μεγέθει άπειρον, ταις δε περί αυτόν ποιότησιν ωρισμένον» {[Plut.] Strom. 3 (D 579)}.

Αήρ και πολλαπλοί κόσμοι

Ο Διογένης ο Λαέρτιος αναφέρει για τον Αναξιμένη ότι, εκτός από μαθητής του Αναξίμανδρου (610-540 π.Χ.), υπήρξε και μαθητής του Παρμενίδη (540-470 π.Χ.) – δεν αντιστοιχούν, όμως, σωστά οι ημερομηνίες–, ενώ επισημαίνει ότι θεωρούσε τον αέρα ως πρώτη αρχή: «Αναξιμένης Ευρυστράτου, Μιλήσιος ήκουσεν Αναξιμάνδρου, ένιοι δε και Παρμενίδου φασίν ακούσαι αυτόν. ούτος αρχήν αέρα είπεν και το άπειρον. Κινείσθαι δε τα άστρα ουχ υπό γην, αλλά περί γην. κέχρηταί τε λέξει Ιάδι απλή και απερίττω» (Φιλοσόφων Βίοι ΙΙ, 3).

Δηλαδή ο Ήλιος, η Σελήνη και όλα τα άστρα δεν περνούν κάτω, αλλά γύρω από τη Γη. Αυτό σημαίνει ότι ο Αναξιμένης «σχεδίασε» μια εικόνα του Κόσμου όχι σφαιρική, όπως πρότεινε ο δάσκαλός του Αναξίμανδρος, αλλά μάλλον ημισφαιρική.

Ο αέρας του Αναξιμένη βρισκόταν σε συνεχή κίνηση, όπως ακριβώς το άπειρο του Αναξίμανδρου. Τελικά από αυτή την αέναη κίνηση του αέρα δημιουργήθηκε όλη η ποικιλία φαινομένων και πραγμάτων. Από τον αέρα μέσω της αραίωσης προερχόταν το πυρ, ενώ μέσω της συμπύκνωσης του αέρα δημιουργήθηκαν τα ύδατα και η γη.

Πράγματι, ο Αναξιμένης θεωρούσε ως καθοριστική υλική αρχή της Δημιουργίας τον αέρα: «τον τα πάντα περιλαμβάνοντα και συνέχοντα και δι ἀραιώσεως και πυκνώσεως πάντα τα ορατά και αισθητά παράγοντα».

Γένεσις και φθορά κόσμων διαδέχονται ακατάπαυστα η μία την άλλη. Ο Αναξιμένης πρέσβευε, όπως και ο Αναξίμανδρος, ότι ο Κόσμος μας δεν ήταν ο μοναδικός που υπήρχε. Ταυτόχρονα υποστήριζε ότι η αχανής μάζα του αέρα περιείχε αναρίθμητους Κόσμους που συνεχώς γεννιούνταν και πέθαιναν, επιστρέφοντας στο αρχικό άπειρο (νεφέλωμα;).

Μολονότι ο Αναξιμένης, όπως ήδη αναφέραμε, υιοθέτησε το «άπειρον» του Αναξίμανδρου για να προσδιορίσει μ’ αυτό την βασική αρχή του, τον αέρα, εντούτοις δεν ακολούθησε την άποψη του προκατόχου του ως προς τα παράγωγά του πρωταρχικού αυτού υλικού στοιχείου. Αυτό σημαίνει ότι, ενώ στον Αναξίμανδρο έχουμε διαδοχή κόσμων, η φιλοσοφική σκέψη του Αναξιμένη μας οδηγεί στην ταυτόχρονη πολλαπλότητα κόσμων. Φαίνεται πως ο Αναξιμένης υπερκέρασε την φιλοσοφική άποψη του διδασκάλου του και θέλησε να επιφέρει κάποια βελτίωση στο κοσμολογικό σύστημα του Αναξίμανδρου.

Η άποψή του αυτή αντικατοπτρίζει σύγχρονες απόψεις της Αστροφυσικής για άπειρους υπεραισθητούς κόσμους, που συνυπάρχουν με τον δικό μας, αλλά δεν γίνονται αισθητοί από εμάς.

Επίσης, στην φιλοσοφία του παραλλήλισε τον Κόσμο και το άτομο, τον αέρα και την ψυχή, πράγμα που φαίνεται στην μόνη φράση που επιζεί από το έργο του: «Οίον η ψυχή, φησίν, η ημετέρα αήρ ούσα συγκρατεί ημάς, και όλον τον κόσμον πνεύμα και αήρ περιέχει» [(Αέτ. I 3, 4 (D. 278)].

Αυτή η πρόταση περιέχει το σπέρμα της διδασκαλίας της Φυσικής για τον μακρόκοσμο και τον μικρόκοσμο, η οποία διαμορφώθηκε πολύ πολύ αργότερα.

Αυτό ακριβώς θέλουμε να δείξουμε επιμένοντας στην θέση μας ότι ο 17ος αιώνας και οι μετέπειτα δύο αιώνες δεν ήταν τίποτε άλλο από μία ρήξη, μια επικράτηση της Μηχανοκρατίας και, για λίγους αιώνες, του περιορισμένου μοντέλου της Νευτώνειας-Ευκλείδειας επιστήμης, ενώ ουσιαστικά η μη αισθητή γεωμετρία του Riemann είναι εκείνη η οποία περιγράφει αυτό ακριβώς που πίστευαν και πρέσβευαν οι περισσότεροι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι.

Η κίνηση

Το πυρ, όπως ήδη αναφέραμε, παράγεται από την μάνωση (αραίωση) του αέρα, ενώ το νερό και η γη από την συμπύκνωσή του. Αντίθετη διεργασία παρέχει και πάλι τον αέρα. Η κίνηση, κατά τον Αναξιμένη, είναι έμφυτη ιδιότητα της αεριώδους ύλης και με την επενέργειά της επιτυγχάνονται τόσο η αραίωση όσο και η πύκνωση. Δηλαδή ο Αναξιμένης πίστευε ότι από τον αέρα, μέσω μιας διαδικασίας πύκνωσης και αραίωσης, δημιουργήθηκαν το πυρ, το νερό και η γη.

Από τον αέρα διαχωρίστηκαν με πύκνωση τα βαριά σώματα που κατευθύνθηκαν προς τα κάτω και σχημάτισαν την Γη. Μια αντίθετη διαδικασία, μέσω της αραίωσης, σχημάτισε τα ελαφρά σώματα. Αυτά οδηγήθηκαν προς τα επάνω και δημιούργησαν τα άστρα και τον Ήλιο. Η κίνηση των σωμάτων προέκυπτε από την διαφορά στο βάρος και την θερμότητά τους. Τέλος, η συνοχή τους οφειλόταν στον πυκνό και ψυχρό αέρα, τον οποίο περιείχαν τα σώματα αυτά.

Πολύ πιθανόν, όπως διατείνονται πολλοί μελετητές του έργου του, η κίνηση που περιγράφει ο Αναξιμένης να αντικατοπτρίζει την περιστροφική κίνηση. Η περί άξονα, λοιπόν, κίνηση δίνει γένεση σε όλα τα σώματα, τα οποία αφού διανύσουν και τερματίσουν τον βίο τους, διαλύονται μέσω της διαδικασίας της αραιώσεως.

Γη και δημιουργία

Στον Κόσμο μας πρώτη δημιουργήθηκε η Γη από συμπύκνωση του αεριώδους περιβλήματός της. Επειδή δε στον αέρα -καλύτερα απ’ όλα τα σώματα- συγκρατούνται εκείνα που έχουν μεγάλη επιφάνεια, γι’ αυτόν τον λόγο η Γη παρομοιάζεται με τεράστιο πλατύ δίσκο μεγάλης έκτασης. Η Γη ήταν «πλατεία επ ἀέρος οχουμένη», δηλαδή είναι μία πεπλατυσμένη επιφάνεια, η οποία ακινητεί στο κέντρο του Σύμπαντος, στηριζόμενη στον αέρα.

Ο Αριστοτέλης (Περί Ουρανού Β, 294b, 13-17) ανέφερε ότι ο Αναξιμένης, όπως ο Αναξαγόρας και ο Δημόκριτος, θεωρούσαν πως αιτία της ακινησίας της Γης ήταν το πλατύ σχήμα της: «Αναξιμένης δε και Αναξαγόρας και Δημόκριτος το πλάτος αίτιον είναί φασι του μένειν αυτήν. Ου γαρ τέμνειν, αλλ ἐπιπωμάζειν τον αέρα τον κάτωθεν, όπερ φαίνεται τα πλάτος έχοντα των σωμάτων ποιείν ταύτα γαρ και προς τους ανέμους έχει δυσκινήτως δια την αντέρεισιν» (Αριστοτ. Περί Ουρανού Β, 294b, 13-17).

Ο Αναξιμένης, ο Αναξαγόρας και ο Δημόκριτος ισχυρίζονται πως αιτία της ακινησίας είναι το πλατύ σχήμα της (γης). Δεν κόβει, αλλά σκεπάζει σαν καπάκι τον αέρα από κάτω της, πράγμα που φαίνεται να κάνουν τα σώματα με το πλάτος. Αυτά δυσκολεύονται να τα κινήσουν ακόμα και οι άνεμοι, λόγω της αντίστασης.

Πράγματι, ο Αναξιμένης ο Μιλήσιος, θεωρούσε (σύμφωνα με τον Ψευδο-Πλούταρχο) ότι η Γη ήταν πλατιά και πως ο Ήλιος, η Σελήνη, όπως και όλοι οι αστέρες, προήλθαν από τον πλανήτη μας: «Πιλομένου δε του αέρος πρώτην γεγενήσθαι λέγει την γην πλατείαν μάλα· διο και κατά λόγον αυτήν εποχείσθαι τω αέρι· και τον ήλιον και την σελήνην και τα λοιπά άστρα την αρχήν της γενέσεως έχειν εκ γης. Αποφαίνεται γουν τον ήλιον γην, δια δε την οξείαν κίνησιν και μαλ ἱκανῶς θερμήν ταύτην καύσιν λαβείν» {[Plut.] Strom. 3 (D 579) ‹ I, 6}.

Την ίδια πληροφορία βρίσκουμε και στον Ιππόλυτο, ο οποίος χαρακτηριστικά αναφέρει: «Την δε γην πλατείαν είναι επ ἀέρος οχουμένην, ομοίως δε και ήλιον και σελήνην και τα άλλα άστρα πάντα πύρινα όντα εποχείσθαι τω αέρι δια πλάτος. Γεγονέναι δε τα άστρα εκ της γης δια το την ικμάδα εκ ταύτης ανίστασθαι» [Hippol. Ref. I, 7, 4-5 (D. 560 W11)].

Όσον αφορά το σχήμα του πλανήτη μας, αναφέρεται ότι η Γη, που δημιουργήθηκε από την συμπύκνωση του αεριώδους περικαλύμματός της, ήταν επίπεδη και στηριζόταν στον αέρα (Πλούταρχ. «Στρωματείς» Ι, 6 και Ιππόλυτος, «Κατά πασών των αιρέσεων έλεγχος» Ι, 7).

Ο Αέτιος γράφει ότι ο Αναξιμένης υποστήριζε πως η Γη, χάρη στο επίπεδο σχήμα της, επέπλεε στον αέρα, ο οποίος πληρούσε όλο τον χώρο του Σύμπαντος. Στον τελευταίο κρυστάλλινο ουρανό, που αποτελεί την εξώτατη ως προς την Γη στιβάδα τροχιών, βρίσκονται οι αστέρες σαν καρφιά και περιφέρονται έτσι γύρω από την Γη: «Αναξιμένης πυρίνην μεν την φύσιν των άστρων, περιέχειν δε τινα και γεώδη σώματα συμπεριφερόμενα τούτοις αόρατα» [Αέτ. II, 13, 10, (D. 342)].

«Αναξιμένης ήλων δίκην καταπεπηγέναι τα άστρα τω κρυσταλλοειδεί. Ένιοι [;] δε πέταλα είναι πύρινα ώσπερ ζωγραφήματα» [Αέτ. ΙΙ, 14, 3, (D. 344)], και

«Αναξιμένης ουχ υπό γην, αλλά περί αυτήν στρέφεσθαι τους αστέρες» [Αέτ. II, 16, 6, (D. 346)].

Η Γη, λοιπόν, σύμφωνα με τον Αναξιμένη, ήταν ένα επίπεδο σώμα που αιωρούνταν στον αέρα και στηριζόταν πάνω σ’ αυτόν.

Όσον αφορά τον Ήλιο, ο Αναξιμένης πίστευε πως προήλθε από την Γη, ήταν όμοιος μ’ αυτήν, «πλάτος ως πέταλον» [Αέτ. II, 23, 1, (D. 352)] και ότι απέκτησε μεγάλη θερμότητα, λόγω της γρήγορης κίνησής του [Πλούταρχ. «Στρωματείς» Ι, 6 και Στρωματείς I, 3 (D. 579)]. Πρώτη, λοιπόν, σχηματίστηκε η Γη και κατόπιν τα άστρα και οι πλανήτες, που αποτελούσαν το πεπερασμένο Σύμπαν, εντός του οποίου υπήρχε ένα πλήθος σκοτεινών σωμάτων.

Η φιλοσοφία του Αναξιμένη

Ουσιαστικά δύο ήταν οι βασικές έννοιες της φιλοσοφίας του Αναξιμένη, που καθόρισαν την συμβολή του στην επιστήμη.

Αφενός μεν η έννοια του αέρα σαν κάτι το αόρατο, αφετέρου δε η θέση του ότι όλα τα είδη έχουν μία κοινή καταγωγή. Πράγματι, στην καθαρή προκοσμική του κατάσταση ο αέρας ήταν αόρατος χωρίς εσωτερική διάρθρωση και χωρίς ποιοτικά χαρακτηριστικά, έτσι ώστε να κάνουν αισθητή την ύπαρξή του. Γίνεται αισθητός μόνο με την κοσμογονική και κοσμολογική του λειτουργία, όταν η θερμοκρασία και η υγρασία του υπόκεινται σε μεταβολές (ποιοτικός μετασχηματισμός).

Μ’ αυτές τις βασικές φιλοσοφικές έννοιες του Αναξιμένη, η Σχολή της Μιλήτου πρόσφερε στην επιστήμη συγκεκριμένη επιστημονική Κοσμολογία. Επίσης, ο καθαρός λόγος του Αναξιμένη και το ότι εισήγαγε το ποσοτικό κριτήριο για τις ποιοτικές διαφορές τον κάνουν πρόδρομο της «λογικής εξήγησης». Ο Αναξιμένης ήταν ο πρώτος φυσιοδίφης, ο οποίος σε κάθε υλική μεταβολή έβλεπε μία αληθινή αιτία. Πρώτος επίσης διέκρινε τους απλανείς αστέρες από τους πλανήτες και έδωσε την φυσική εξήγηση των ηλιακών και των σεληνιακών εκλείψεων.

Ωστόσο, είναι γεγονός ότι ο Αναξιμένης, παρά την καθαρότητα της φιλοσοφικής σκέψης του, δεν χρησιμοποίησε το εργαλείο των μαθηματικών^ αυτό το βασικό βήμα προς τον ορθολογισμό, όπως θα δούμε στην συνέχεια, θα το κάνουν οι Πυθαγόρειοι.


Βιβλιογραφία Θεοδοσίου Στράτος: Η εκθρόνιση της Γης – Η διαπάλη του γεωκεντρικού με το ηλιοκεντρικό σύστημα. Εκδόσεις Δίαυλος, Αθήνα, 2007.


Σάββατο 14 Δεκεμβρίου 2013

Αναξίμανδρος


Ο Αναξίμανδρος, (610 π.Χ. - 547 π.Χ.) Ήταν ο δεύτερος από τους φυσικούς φιλόσοφους ή φυσιολόγους της Ιωνίας, πολίτης της Μιλήτου, όπως ο Θαλής, του οποίου άλλωστε υπήρξε μαθητής, σύντροφος και διάδοχος στη Σχολή του (Ιωνική Σχολή). Λίγα είναι γνωστά για τη ζωή και το έργο του. Ο Αιλιανός τον αναφέρει ως αρχηγό της αποικίας της Μιλήτου στην Αμφίπολη. Οι υπολογισμοί του Απολλόδωρου υποδεινύουν ως ημερομηνία γέννησής του το 610 π.Χ. και το θάνατό του λίγο μετά το 547 π.Χ.

Οι πηγές τον αναφέρουν ενίοτε ως επιτυχημένο σπουδαστή της Αστρονομίας και της Γεωγραφίας και πρώιμο υπέρμαχο της ακριβούς επιστήμης. Λέγεται, επίσης, ότι εισήγαγε τη χρήση του γνώμονα στην αρχαία Ελλάδα και ότι κατασκεύασε χάρτη του γνωστού τότε κόσμου.

Ο Αναξίμανδρος, σύμφωνα με τον Ψευδο-Πλούταρχο (Στρωματείς 2), εξήγησε την δημιουργία του κόσμου εκκινώντας από το άπειρο. Από το άπειρο ξεχώρισε μια φλόγα και ο νεφελώδης αέρας. Στον πυρήνα του νεφελώματος συμπυκνώθηκε η Γη, ενώ φλόγα έζωνε τον αέρα. Κατόπιν η πύρινη σφαίρα εξερράγη και διαλύθηκε σε κύκλους τυλιγμένους από νεφελώδη αέρα. Οι κύκλοι απλώθηκαν και σχημάτισαν τα ουράνια σώματα. Σύμφωνα με τον Αέτιο, ο Αναξίμανδρος θεωρεί πως τα άστρα είναι συμπυκνώσεις αερίων και πυρός, που δημιουργήθηκαν από περιδινήσεις.

Στην Αστρονομία, όπως αναφέρει ο Διογένης ο Λαέρτιος, ο Αναξίμανδρος κατασκεύασε ηλιακά ρολόγια, και όπως αναφέρει ο Πλίνιος, υπολόγισε τη λόξωση της εκλειπτικής.

Ο Αναξίμανδρος αποδίδει μια εικόνα της Γης, σύμφωνα με την οποία η γη είναι κυλινδρική με πλάτος τριπλάσιο από το μήκος και οι άνθρωποι κατοικούν στην επάνω επιφάνειά της. Δε στηρίζεται πουθενά και βρίσκεται στο κέντρο του σύμπαντος, απέχοντας ίσα από όλα τα σημεία του, (Ψευδο-Πλούταρχος, Στρωματείς 2).

Τελευταίο στάδιο της κοσμογονίας του φιλόσοφου, όπως παραδίδεται από τον Αριστοτέλη (Μετεωρολογικά 67) είναι η αποξήρανση τμημάτων της Γης υπό την επίδραση του Ήλιου. Ό,τι απέμεινε από αυτή την αρχική αποξήρανση διαμόρφωσε τη θάλασσα. Τούτη η βαθμιαία αποξήρανση είναι τμήμα μιας κυκλικής διαδικασίας που δεν οδηγεί, όμως, στην επαναπορρόφηση της γης από το άπειρο.

Ο Αναξίμανδρος διατύπωσε επίσης και μια πρώιμη εξελικτική θεωρία, βάσει της οποίας η ζωή εμφανίστηκε -μέσω προφανώς της αυτόματης γένεσης εξαιτίας της ηλιακής θερμότητας- στον πηλό ή τη λάσπη. Τα πρώτα πλάσματα που παρουσιάστηκαν ήταν ιχθυόμορφα και τα περιέκλειαν κελύφη. Αποβάλλοντας τα κελύφη τα πλάσματα αυτά προσαρμόστηκαν βαθμιαία στο αέριο περιβάλλον. Ο άνθρωπος εμφανίζεται στο τέλος αυτής της εξελικτικής βαθμίδας, γεγονός που μας οδηγεί στη σκέψη ότι ο φιλόσοφος είδε την γένεση του κόσμου και της ζωής ως μια ενιαία εξελικτική διαδικασία, που δεν απέχει πολύ από τη σύγχρονη εξελικτική θεωρία.

Ο Αναξίμανδρος ακόμη, πίστευε ότι κανένα από τα τέσσερα βασικά στοιχεία δεν υπερτερεί στον Κόσμο σε σχέση με τα άλλα, και πως υπάρχει μια "κοσμική δικαιοσύνη" η οποία εξασφαλίζει την ισορροπία αυτή.

Όπως αναφέρει ο Ιππόλυτος, ο Αναξίμανδρος πίστευε πως ο άνεμος είναι αέρας σε κίνηση, πως οι βροχές προέρχονταν από τους ατμούς της Γης, οι οποίοι δημιουργούνταν από την εξάτμιση των υδάτων λόγω της θερμότητας του Ήλιου. Έλεγε πως όταν ο αέρας φυλακίζεται μέσα σε πυκνά σύννεφα, "σκίζει" τα σύννεφα για να διαφύγει, προκαλώντας έντονο θόρυβο, τη βροντή, ενώ, όταν ο αέρας συγκρούεται με τα σύννεφα, δημιουργούνται οι αστραπές.

Επίκεντρο της φιλοσοφίας του Αναξίμανδρου είναι το άπειρον, ένα άπειρο όμως που πιθανώς προσλαβάνει δύο ερμηνείες:

· άπειρον α+πέρας = χωρίς τέλος

· άπειρον α+περάω =αδιαπέραστο

Σε κάθε περίπτωση φαίνεται πως εννοούσε μια πρωταρχική αιτία δίχως όρια στον χώρο. Το άπειρον είναι απεριόριστο στον χώρο και ποιοτικά ακαθόριστο, καθώς δεν προσδιορίζεται μορφικά ως ένα από τα τέσσερα στοιχεία. Στο άπειρο ο Αναξίμανδρος δεν είδε μόνον την πρωταρχική ύλη και την αρχική κατάσταση του κόσμου αλλά και την αιτία της κοσμικής τάξης. Σε αυτή την πρωταρχική ουσία απέδωσε θεϊκές ιδιότητες, χαρακτηρίζοντας το άπειρο ως αθάνατον, ανώλεθρον και θείον, σύμφωνα με τον Σιμπλίκιο (Εις τα Φυσικά 24,13). Η αδυναμία της ανθρώπινης διάνοιας να καθορίσει το άπειρο ποσοτικά και ποιοτικά το καθιστά απεριόριστη πηγή και κατευθυντήρια δύναμη του κόσμου.

· Περί της Φύσεως, του οποίου επιβιώνει απόσπασμα που αναφέρεται στον Σιμπλίκιο. Βέβαια είναι αμφίβολο αν αυτός ήταν ο πραγματικός τίτλος του έργου, μια και συνηθιζόταν στην αρχαιότητα σε ανάλογα έργα να αποδίδεται ο συγκεκριμένος τίτλος.

· Χάρτης του γνωστού κόσμου (χαμένος)

Ορισμένες από τις ιδέες του Αναξίμανδρου διατηρήθηκαν στην (χαμένη) ιστορία της φιλοσοφίας του Θεόφραστου, οι οποίες μάλιστα αναφέρονται και από ύστερους συγγραφείς.

Κυριακή 8 Σεπτεμβρίου 2013

ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ

Ο Δημόκριτος (~460 π.Χ.- 370 π.Χ.) ήταν προσωκρατικός φιλόσοφος, ο οποίος γεννήθηκε στα Άβδηρα της Θράκης. Ήταν μαθητής του Λεύκιππου. Πίστευε ότι η ύλη αποτελούνταν από αδιάσπαστα, αόρατα στοιχεία, τα άτομα. Επίσης ήταν ο πρώτος που αντιλήφθηκε ότι ο Γαλαξίας είναι το φως από μακρινά αστέρια. Ήταν ανάμεσα στους πρώτους που ανέφεραν ότι το σύμπαν έχει και άλλους "κόσμους" και μάλιστα ορισμένους κατοικημένους. Ο Δημόκριτος ξεκαθάριζε ότι το κενό δεν ταυτίζεται με το τίποτα ("μη ον"), είναι δηλαδή κάτι το υπαρκτό.
Ο Δημόκριτος γεννήθηκε στα Άβδηρα της Θράκης γύρω στα 460 π.Χ από οικογένεια αριστοκρατικής καταγωγής, δημοκρατικών όμως πεποιθήσεων. Τα Άβδηρα, ανατολικά του ποταμού Νέστου στην ακτή της Θράκης, υπήρξαν ιωνική αποικία που ιδρύθηκε το 654 π.Χ. από κατοίκους των μικρασιατικών Κλαζομενών. Ήταν η τρίτη πλουσιότερη πόλη της Αθηναϊκής συμμαχίας -έδινε φόρο 15 τάλαντα- και όφειλε τον πλούτο της στην άφθονη παραγωγή σιτηρών και στο γεγονός ότι αποτελούσε λιμάνι για τη διεξαγωγή του εμπορίου με το εσωτερικό της Θράκης. Στα Άβδηρα ο Ξέρξης ξεκούρασε το στρατό του το 480 π.Χ. κατεβαίνοντας προς τη νότια Ελλάδα. Σύμφωνα, μάλιστα, με μια μαρτυρία αυτός που φιλοξένησε τον Ξέρξη στην πόλη ήταν ο πατέρας του Δημόκριτου, αλλά γενικά η ιστορία αυτή θεωρείται από τους μελετητές ως πλαστή: το ανέκδοτο φαίνεται να προέκυψε από μια γενικότερη προσπάθεια σύνδεσης της ελληνικής φιλοσοφίας με την Ανατολή, αφού σύμφωνα μ' αυτό ο Ξέρξης άφησε στον πατέρα του Δημόκριτου κάποιους Μάγους, οι οποίοι μύησαν το Δημόκριτο στα μυστικά δόγματα της «φιλοσοφίας» τους .

Όπως αναφέρει ο ίδιος ο Δημόκριτος στο Μικρό διάκοσμο, ήταν νέος όταν ο Αναξαγόρας ήταν γέρος. Με βάση αυτό το στοιχείο η ημερομηνία γεννήσεως που παραδίδει ο Απολλόδωρος (80η ολυμπιάδα=460-456 π.Χ.) φαίνεται λογικότερη από άλλες χρονολογίες που μας παραδόθηκαν.
Από τη νεανική του ηλικία ο Δημόκριτος έδειξε την κλίση του προς τη μελέτη και την έρευνα της φύσης. Χαρακτηριστικό είναι το ανέκδοτο που παραδίδει ο Διογένης Λαέρτιος (9, 36) και το οποίο φανερώνει το βαθμό αφοσίωσης του Δημοκρίτου στο στοχασμό: «(Ο Δημήτριος) αναφέρει ότι ήταν τόσο φιλόπονος, ώστε χώρισε ένα δωμάτιο στον κήπο του σπιτιού και κλείστηκε εκεί μέσα. Όταν κάποτε ο πατέρας του οδήγησε ένα βόδι για να το θυσιάσει και το έδεσε σ’ εκείνο το μέρος, ο Δημόκριτος για αρκετή ώρα δεν τον αντιλήφθηκε, έως ότου ο πατέρας του τον σήκωσε με πρόφαση τη θυσία και του ανέφερε τα σχετικά με το βόδι».

Κατά τη μοιρασιά της πατρικής περιουσίας ανάμεσα στο Δημόκριτο και τα δύο αδέρφια του ο πρώτος, σύμφωνα με μια μαρτυρία, προτίμησε να λάβει το μικρότερο μερίδιο σε χρήματα (100 τάλαντα). Αυτά τα χρήματα τα ξόδεψε ταξιδεύοντας σε όλο σχεδόν τον τότε γνωστό κόσμο. Τα ταξίδια του στην Αίγυπτο, την Περσία και τη Βαβυλώνα θεωρούνται σχεδόν σίγουρα, ενώ τα ταξίδια στην Αιθιοπία και την Ινδία είναι λιγότερο βέβαιο ότι πραγματοποιήθηκαν. Όπως αναφέρει και ο ίδιος: «Εγώ, λοιπόν περιπλανήθηκα σε περισσότερους τόπους της γης απ’ τους ανθρώπους της εποχής μου, ερευνώντας τα πιο μακρινά μέρη, και γνώρισα πάρα πολλές χώρες και κλίματα και άκουσα πάρα πολλούς μορφωμένους ανθρώπους, αλλά στη σύνθεση σχημάτων που συνοδεύονται από απόδειξη κανείς ως τώρα δε με ξεπέρασε, ούτε ακόμη και αυτοί από τους Αιγυπτίους που ονομάζονται Αρπεδονάπτες. Μαζί και με την παραμονή μου σ’ αυτούς, έζησα συνολικά οχτώ χρόνια σε ξένη χώρα».Στη διάρκεια αυτών των περιπλανήσεων θα πρέπει σίγουρα να επισκέφτηκε τα μεγάλα πνευματικά κέντρα της Ιωνίας, κυρίως την Έφεσο και τη Μίλητο, όπου θα γνώρισε από κοντά τη φιλοσοφία του Θαλή, του Αναξίμανδρου, του Αναξιμένη και του Ηρακλείτου. Στη Μίλητο ίσως να συνάντησε για πρώτη φορά τον άνθρωπο που έμελλε να σημαδέψει η ζωή του, το Λεύκιππο. Απ’ αυτόν θα πρέπει να διδάχτηκε τη φιλοσοφία του Παρμενίδη, του Εμπεδοκλή, του Πυθαγόρα. Μάλιστα, για τον τελευταίο θα συντάξει ο Δημόκριτος αργότερα ειδική πραγματεία.

Δεν παρέλειψε να επισκεφτεί και το μεγαλύτερο πνευματικό κέντρο της εποχής του, την Αθήνα, φαίνεται όμως ότι η παρουσία του εκεί πέρασε σχετικά απαρατήρητη. Σύμφωνα με μια εκδοχή αυτό αποτελούσε επιλογή του ίδιου του Δημόκριτου, επειδή ένιωθε μεγάλη περιφρόνηση προς τη δόξα. Η επίσκεψη του Δημόκριτου στην Αθήνα ήταν κάτι φυσιολογικό, αφού η πόλη αποτελούσε την πνευματική πρωτεύουσα της Ελλάδας, ενώ και τα Άβδηρα ήταν μέλος της Αθηναϊκής Συμμαχίας. Ίσως, όμως, η εμπόλεμη κατάσταση, στην οποία βρισκόταν τότε η Αθήνα λόγω τουΠελοποννησιακού πολέμου, να οδήγησε το Δημόκριτο στην απόφαση να ιδρύσει τη σχολή του στα Άβδηρα. Πάντως, ο φιλόσοφος σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να περιφρονούσε την Αθήνα, αφού ο ίδιος ήταν δημοκρατικός, ενώ πολλές από τις απαντήσεις που έδωσε σε φιλοσοφικά προβλήματα υποβάλλουν την εντύπωση ότι γνώριζε καλά τη φιλοσοφία του Σωκράτη, του Πλάτωνα, του Αντισθένη, του Αρίστιππου και του Αναξαγόρα.
Όταν ο Δημόκριτος επέστρεψε κάποτε στα Άβδηρα, είχε αναλώσει πια όλο το μερίδιό του της πατρικής κληρονομιάς. Τη φροντίδα του και τη συντήρησή του ανέλαβε ο αδελφός του Δάμασος. Ο Δημόκριτος αποδείχτηκε χρήσιμος για τον αδερφό του: σύμφωνα με μια μαρτυρία προέβλεψε επικείμενη νεροποντή και τον συμβούλεψε να μαζέψει την παραγωγή του από τους αγρούς. Όσοι από τους Αβδηρίτες τον πίστεψαν έσωσαν τις περιουσίες τους, οι άλλοι καταστράφηκαν. Το ανέκδοτο αυτό φαίνεται ότι πλάστηκε, για να απαντήσει στις κατηγορίες ότι η μελέτη της φιλοσοφίας είναι άχρηστη σε πρακτικά ζητήματα της ανθρώπινης ζωής. Το ίδιο φαίνεται να ισχύει και για την ακόλουθη ιστορία: ο Δημόκριτος προέβλεψε μελλοντική ανατίμηση του λαδιού και αγόρασε όλη την ντόπια ελαιοπαραγωγή πολύ φθηνά. Όταν η ανατίμηση πράγματι έγινε, ο ίδιος απέδωσε τα κέρδη του στους συμπολίτες του, επειδή περιφρονούσε τα πλούτη.

Φαίνεται ότι η εκτίμηση που απολάμβανε ο Δημόκριτος από τους συμπατριώτες του προκάλεσε το φθόνο ορισμένων απ' αυτούς, οι οποίοι σκέφτηκαν να ζητήσουν στην περίπτωση του φιλοσόφου την ενεργοποίηση ενός πατροπαράδοτου νόμου, ο οποίος προέβλεπε την απαγόρευση της ταφής στην πατρίδα όποιου είχε σπαταλήσει την πατρική περιουσία. Ο Δημόκριτος απάντησε διαβάζοντας στους συμπολίτες του το Μέγα διάκοσμο. Το έργο αποτιμήθηκε από τους συμπολίτες του στα 500 τάλαντα, ενώ ορίστηκε να του αφιερωθούν και 20 ανδριάντες από χαλκό. Και η ιστορία αυτή φαίνεται πλαστή, αφού ο Μέγας διάκοσμος πρέπει να είναι έργο του Λεύκιππου. Η δημιουργία της ίσως να αποτελεί και πάλι μια απάντηση στην κατηγορία ότι η μελέτη της φιλοσοφίας είναι άχρηστη: ο Δημόκριτος όχι μόνο δε σπατάλησε την πατρική περιουσία, αλλά την πολλαπλασίασε (από 100 την έκανε 500 τάλαντα), αφού δημιούργησε ένα πολύτιμο φιλοσοφικό έργο.

Στα Άβδηρα ο Δημόκριτος αφοσιώθηκε στη διδασκαλία και τη συγγραφή των έργων του. Η προκοπή του στη σοφία ήταν τέτοια, ώστε αποκλήθηκε Σοφία ή Φιλοσοφία. Ονομάστηκε επίσης Γελασίνος (=ο γελαστός), αφού αντιμετώπιζε τη ζωή πάντα με αισιοδοξία, γαλήνη και καρτερία. Κατά μια εκδοχή ονομάστηκε έτσι, επειδή περιγελούσε τις καθημερινές θλίψεις και ελπίδες που απασχολούσαν τους άλλους ανθρώπους. Το πιθανότερο είναι ο χαρακτηρισμός να προέρχεται από την άποψη του Δημόκριτου ότι η ευθυμία αποτελεί στόχο για τη ζωή του κάθε ανθρώπου.
Σύμφωνα με μια άλλη φανταστική ιστορία ο Δημόκριτος αυτοτυφλώθηκε καίγοντας τα μάτια του με την αντανάκλαση του ήλιου πάνω σε μια χάλκινη ασπίδα. Το κίνητρο που δινόταν γι' αυτήν την πράξη δύσκολα μπορεί να ανταποκρίνεται στις διαθέσεις του ίδιου του φιλοσόφου: ήθελε τάχα να επιδοθεί απερίσπαστος από τη μαγεία της όρασης στο στοχασμό και την ερμηνεία των νόμων της φύσης. Αυτή η περιφρόνηση της αίσθησης φαίνεται ότι έχει ως πηγή της την πλατωνική παράδοση παρά τη γνήσια διδασκαλία του Δημόκριτου. Ο ίδιος ο φιλόσοφος θεωρούσε πολύτιμες τις εντυπώσεις των αισθήσεων ως πρώτη ύλη για την ερμηνεία της φύσης, αρκεί αυτές οι εντυπώσεις να διυλίζονταν από την κριτική ικανότητα του ανθρώπινου νου.

Φαίνεται ότι πέθανε σε πολύ προχωρημένη ηλικία, αφού κατατασσόταν στους μακροβιότερους Έλληνες στοχαστές. Διάφορες πηγές παραδίδουν ότι έζησε από 90 ως και 109 χρόνια. Δε γνωρίζουμε την ακριβή χρονολογία του θανάτου του, η οποία τοποθετείται συμβατικά στο 370 ή 360 π.Χ. Και για το τέλος του φιλοσόφου υπάρχουν διάφοροι θρύλοι. Σύμφωνα με έναν απ' αυτούς ήθελε να αυτοκτονήσει, όντας σε βαθιά γεράματα, με αποχή από την τροφή. Επειδή, όμως, ήταν οι ημέρες των Θεσμοφορίων και οι γυναίκες της οικογένειας ήθελαν να τις γιορτάσουν, τον παρακάλεσαν να αναβάλλει το θάνατό του για λίγες μέρες. Διέταξε τότε να του φέρουν κοντά ένα αγγείο με μέλι (ή ζεστά ψωμιά κατά άλλη εκδοχή) και έζησε, ώσπου να περάσουν οι γιορτές, μόνο με τη μυρωδιά του μελιού. Όταν πέρασαν οι μέρες, παραδόθηκε στο θάνατο.

Τα ενδιαφέροντα του Δημόκριτου ήταν εξαιρετικά πλατιά. Ασχολήθηκε σχεδόν με όλους τους τομείς της ανθρώπινης γνώσης: μαθηματικά, μουσική, γεωμετρία, μετεωρολογία, γλωσσολογία, τέχνη του πολέμου, κοσμολογία, αστρονομία, βιολογία, γεωλογία, γεωγραφία, λογική, ηθική, αισθητική, ιστορία, παιδεία, με φανερή αποχή από τη θρησκεία και την πολιτική. Από αυτήν την άποψη υπήρξε κατά κάποιο τρόπο πρόδρομος του Αριστοτέλη, ένας καθολικός νους, ένα πνεύμα εγκυκλοπαιδικό. Μεταγενέστεροι μελετητές του στην αρχαιότητα (ίσως ήδη ο Καλλίμαχος) χώρισαν το έργο του σε δεκατρείς τετραλογίες, ενταγμένες σε πέντε ομάδες έργων: τα ηθικά (δύο τετραλογίες), τα φυσικά (τέσσερις τετραλογίες), τα μαθηματικά (τρεις), τα μουσικά (δύο), τα τεχνικά (δύο). Σ' αυτές τις τετραλογίες πρέπει να προστεθούν εννιά αταξινόμητα έργα και εννιά που φέρουν τον τίτλο Αιτίαι, σύνολο 70 έργα. Κατάλογο των έργων του μας παραδίδει ο Διογένης Λαέρτιος, ενώ κάποιοι επιπλέον τίτλοι σώζονται στη Σούδα, στο Σέξτο και τον Απολλώνιο Δύσκολο.

Από τα αποδιδόμενα στο Δημόκριτο έργα είναι σχεδόν βέβαιο ότι ο Μέγας διάκοσμος ήταν στην πραγματικότητα έργο του Λεύκιππου. Η πληροφορία αυτή προέρχεται από την Περιπατητική Σχολή και μπορεί να θεωρηθεί έγκυρη, αφού έχει την αφετηρία της στις ειδικές πραγματείες για το Δημόκριτο, που συνέταξαν τόσο ο Αριστοτέλης όσο και ο Θεόφραστος. Στον Λεύκιππο αποδίδεται από τον Αέτιο και ένα άλλο έργο, το Περί νου. Δεν έχουμε λόγους να αμφιβάλλουμε γι’ αυτήν την πληροφορία. Το περιεχόμενο του έργου μπορεί να αποτελούσε μια επίθεση κατά της αναξαγόρειας θεωρίας για το Νου που διακοσμεί τα πράγματα.

Αν κρίνουμε από τον αριθμό των έργων του Δημόκριτου, η συγγραφική του δραστηριότητα πρέπει να εκτεινόταν σε μια μεγάλη χρονική περίοδο. Δεν μπορούμε, ωστόσο, να αποδώσουμε διαφορετικά έργα σε διαφορετικές περιόδους της ζωής του, αφού κανένα απ’ αυτά τα έργα δε σώθηκε ακέραιο. Ούτε και η δήλωσή του ότι έγραψε το Μικρό διάκοσμο 730 χρόνια μετά την πτώση της Τροίας (απ. Ι) μας βοηθά ιδιαίτερα στη χρονολόγηση του έργου, αφού αγνοούμε πότε τοποθετούσε τον τρωικό πόλεμο ο φιλόσοφος.

Το ύφος του Δημόκριτου επαινούνταν πολύ στην αρχαιότητα και αξιολογούνταν στο ίδιο επίπεδο μ' αυτό του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη. Ήταν ποιητικό, αν και όχι σε στίχο, γοργό και με διαυγή εκφραστικά μέσα, διακρινόταν για τη μορφική του τελειότητα, την εύστοχη χρήση των λέξεων και τη σαφήνεια.

Από τον τεράστιο όγκο των γραπτών του σώζονται ελάχιστα αποσπάσματα, κυρίως ηθικού περιεχομένου, τα οποία ανευρίσκονται σε μεταγενέστερους συγγραφείς ως παραθέματα ή παραφράσεις. Κύριες πηγές μας για τη φιλοσοφία του είναι ο Αριστοτέλης, ο Θεόφραστος, ο Σέξτος ο Εμπειρικός, ο Αλέξανδρος από την Αφροδισιάδα, ο Ιωάννης ο Φιλόπονος, ο Σιμπλίκιος. Οι ερμηνείες της φιλοσοφίας του Δημόκριτου, οι οποίες δίνονται απ' αυτούς τους συγγραφείς, αποτελούν οδηγό και για τη σύγχρονη έρευνα. Η τελευταία πρέπει πάντα να είναι προσεκτική κυρίως στην περίπτωση του Αριστοτέλη (και των σχολιαστών του), αφού ο τελευταίος έχει την τάση να παρουσιάζει τις απόψεις των προγενεστέρων του φιλοσόφων μέσα από το πρίσμα της δικής του τελολογικής φιλοσοφίας.

Πολλοί προσπάθησαν να εξηγήσουν το λόγο, για τον οποίο χάθηκαν τα έργα του Δημόκριτου. Άλλοι απέδωσαν την απώλεια στην τύχη, άλλοι στους Επικούρειους, οι οποίοι θα ωφελούνταν από την απώλεια του έργου του Δημόκριτου, καθώς μ’ αυτόν τον τρόπο δε θα ήταν πια φανερή η έλλειψη πρωτοτυπίας της θεωρίας τους. Άλλοι θεώρησαν την απώλεια συνέπεια της κακής φήμης που είχε ο Δημόκριτος ως πρόδρομος των Επικουρείων. Η τρίτη εκδοχή φαίνεται πλησιέστερη στην αλήθεια, αφού ως γνωστόν χάθηκε και το έργο των ίδιων των Επικουρείων.