Ο Πιττακός ο Μυτιληναίος (περ. 650-570) ήταν πολιτικός και στρατιωτικός ηγέτης της Μυτιλήνης. Φημιζόταν για την σύνεση και την χρηστότητά του. Ο Πιττακός (αντί Πιττακός, μαρτυρείται και ως Φίττακος) γεννήθηκε στη Μυτιλήνη από πατέρα Θρακιώτη και μητέρα Μυτιληνιά. Ο πατέρας του, ο Ύρρας (ή Υρράδιος), όπως μας λέει σ’ ένα απόσπασμά του ο ποιητής Αλκαίος, είχε έρθει ως δούλος ή αιχμάλωτος στη Λέσβο, αλλά η μητέρα του καταγόταν μάλλον από αριστοκρατική γενιά. Ο Πιττακός έζησε δύσκολα νεανικά χρόνια, αναγκασμένος να δουλεύει σκληρά για να ζήσει, όπως μας μαρτυρεί ένα αρχαίο λαϊκό άσμα που το τραγουδούσαν αυτοί που άλεθαν στους μύλους,: «Άλει, μύλε, άλει και γαρ Πιττακός αλεί». (Άλεθε, μύλε, άλεθε, γιατί κι ο Πιττακός αλέθει στο μύλο). Προφανώς τα οικονομικά της οικογενείας δεν ήταν ανθηρά και ο Πιττακός δεν μορφώθηκε κοντά σε ονομαστούς δασκάλους αλλά ήταν αυτοδίδακτος. H ευφυΐα του ωστόσο τον βοήθησε να αποκτήσει τόσο πολλές και βαθιές γνώσεις ώστε συγκαταλέγεται στους Επτά Σοφούς της Αρχαίας Ελλάδας.
Ταξίδεψε σε πολλά μέρη του κόσμου, μορφώθηκε και έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην ιστορία της πατρίδας του. Διακρίθηκε για τη μεγάλη εντιμότητα, τη σωφροσύνη και την αντρεία του στους πολέμους. Παρά τη σχετικά ταπεινή καταγωγή του ο Πιττακός νυμφεύθηκε την κόρη του Πενθίλου, του τελευταίου βασιλιά της Μυτιλήνης, η οποία, όπως υποστηρίζει ο Διογένης Λαέρτιος, είχε υπεροπτική στάση απέναντί του, εξ ου και όταν κάποιος νεαρός είχε δίλημμα να νυμφευθεί μια κοπέλα της τάξης του ή μια ανώτερή του ο Πιττακός τον συμβούλεψε να «μείνει μέσα στη σφαίρα του».
Ο Πιττακός μπήκε ενεργά στην πολιτική ζωή της Μυτιλήνης όταν, μετά τη βασιλεία του Πενθίλου, ξέσπασαν αντιπαλότητες ανάμεσα στις διάφορες αριστοκρατικές οικογένειες και σχηματίστηκαν οι λεγόμενες «εταιρείες» (ομάδες οικογενειών). H καθεμία από αυτές τις ομάδες επεδίωκε να επιβάλει το δικό της ολιγαρχικό καθεστώς. Ο αρχηγός μιας από αυτές τις ομάδες, ο Μέλαγχρος, επικράτησε με τη βία και έγινε τύραννος. Τότε ο Πιττακός, αρχηγός μιας άλλης ομάδας, με τη βοήθεια της οικογένειας του ποιητή Αλκαίου (κυρίως με τους αδερφούς του, τον Επιμενίδη και τον Κίκη), όχι μόνο ανέτρεψε τον Μέλαγχρο αλλά και τον σκότωσε.
Ο Πιττακός, που πρέπει να ήταν 40 περίπου χρόνων, όταν ορίστηκε στρατηγός των Μυτιληναίων εναντίον των Αθηναίων, οι οποίοι διεκδικούσαν το Σίγειο, παλιά αποικία της Μυτιλήνης στην είσοδο του Ελλησπόντου. Οι Αθηναίοι είχαν καταλάβει το Σίγειο (608-606) με στρατηγό τον ολυμπιονίκη Φρύνωνα. Ο Πιττακός, όπως λέγεται, αντί να εμπλέξει σε μάχη τους δύο στρατούς, κάλεσε τον Φρύνωνα σε μονομαχία κατά την οποία κατόρθωσε να τον ακινητοποιήσει με ένα δίχτυ που είχε κρυμμένο στην ασπίδα του και να τον σκοτώσει. Στη συνέχεια οι Μυτιληναίοι κατέλαβαν το Σίγειο αλλά όχι για πολύ αφού η διαιτησία του Περίανδρου, του τυράννου της Κορίνθου, ήταν ευνοϊκή για τους Αθηναίους.
Όσο όμως ο Πιττακός ήταν απασχολημένος με το Σίγειο, στη Μυτιλήνη ο Μύρσιλος, πρώην συνεργάτης του Μελάγχρου, κατέλαβε πραξικοπηματικά την εξουσία και έγινε τύραννος. Ο Πιττακός και οι σύμμαχοί του προσπάθησαν συνωμοτικά να απαλλάξουν τη Μυτιλήνη από τον Μύρσιλο αλλά τα σχέδιά τους αποκαλύφθηκαν και ο Πιττακός κατέφυγε στη γειτονική πόλη Πύρρα, από όπου ήλθε σε συνεννόηση με τον βασιλιά της Λυδίας Αλυάττη, ο οποίος τον ενίσχυσε οικονομικά ώστε να μπορέσει να ανατρέψει τον Μύρσιλο. Τη συμφωνία αυτή του Πιττακού με τον Λυδό βασιλιά ο ποιητής Αλκαίος τη θεώρησε προδοτική και στράφηκε εναντίον του πρώην συμμάχου του. Ο Πιττακός, χωρίς τη στήριξη της πλούσιας και αριστοκρατικής οικογένειας του Αλκαίου, προτίμησε να επιστρέψει στη Μυτιλήνη και να συνεργαστεί με τον τύραννο Μύρσιλο. H στάση αυτή του Πιττακού εξόργισε τον Αλκαίο, ο οποίος έκτοτε αποκαλούσε τον Πιττακό «κακοπάτριδα», δηλαδή ταπεινής γενιάς, και προδότη.
Πάντως, όταν ο Μύρσιλος πέθανε, οι Μυτιληναίοι εξέλεξαν τον Πιττακό «αισυμνήτη», δηλαδή άρχοντα-διαιτητή με αυξημένες εξουσίες και με αποστολή να κατευνάσει τις διαμάχες ανάμεσα στις «εταιρείες» των αριστοκρατικών οικογενειών. Ο Πιττακός παρέμεινε στη θέση του αισυμνήτη δέκα χρόνια και ύστερα, οικειοθελώς, παραιτήθηκε και πέρασε τα υπόλοιπα δέκα χρόνια της ζωής του ζώντας πολύ ταπεινά.
Ως πολιτικός και νομοθέτης ο Πιττακός δεν πρωτοτύπησε ιδιαίτερα έναντι των άλλων τυράννων της εποχής του. Πήρε τα συνήθη φιλολαϊκά μέτρα: ενθάρρυνε το εμπόριο, τόνωσε τη δικαστική εξουσία και περιόρισε την πολυτελή διαβίωση των πλουσίων αριστοκρατών. Πάντως ο Πιττακός έμεινε στην ιστορία για έναν κυρίως νόμο του ο οποίος προέβλεπε διπλή τιμωρία για τα αδικήματα που διαπράττονταν υπό την επήρεια μέθης, «ίνα μη μεθύωσι, πολλού κατά την νήσον οίνου γινομένου» («για να μη μεθάνε, καθώς στο νησί βγαίνει πολύ κρασί») όπως λέει ο Διογένης Λαέρτιος.
Με τους αριστοκρατικούς του νησιού ο Πιττακός δεν τα πήγε καθόλου καλά. H οικογένεια της ποιήτριας Σαπφούς αλλά και η οικογένεια του Αλκαίου εξορίστηκαν και κατέφυγαν στις Συρακούσες. Ο Αλκαίος μάλιστα στα ποιήματά του, καθυβρίζοντας τον τύραννο, όπως αποκαλούσε τον Πιττακό, μας κληροδότησε και τα περισσότερα βιογραφικά του στοιχεία.
Οι μεταγενέστερες πηγές, όπως ο Διόδωρος ο Σικελιώτης, τον αποτιμούν θετικά, λέγοντας ότι απάλλαξε τη Μυτιλήνη από τα τρία κακά: τον εμφύλιο πόλεμο, τον πόλεμο και την τυραννίδα, καθώς όντως παρέδωσε την εξουσία με το πέρας της θητείας του. Αρκετοί είναι αυτοί ωστόσο που τον θεωρούσαν έναν ακόμη τύραννο.
Ο Πιττακός δεν αναδιοργάνωσε συνολικά το πολίτευμα. Ωστόσο, εξέδωσε νόμους που ήταν δεσμευτικοί για τους Μυτιληναίους και οι οποίοι στόχευαν στον περιορισμό της δύναμης και των φιλοδοξιών των ισχυρών οικογενειών. Ίσως στο πλαίσιο της προσπάθειάς του αυτής να ανάγκασε σε εξορία και μέλη εξεχουσών οικογενειών, μεταξύ άλλων, όπως αναφέρθηκε και τον παλαιό ομοϊδεάτη του τον Αλκαίο, κάτι το οποίο ο ποιητής δεν του το συγχώρησε ποτέ. Παρά το μένος των αριστοκρατών εναντίον του ο Πιττακός ήταν αναμφίβολα ένας ηθικός, δίκαιος και γενναιόφρων άνθρωπος. Μας έχει παραδοθεί η ιστορία ότι κάποτε τον γιο του Πιττακού Τυρραίο, καθώς βρισκόταν καθισμένος σε ένα κουρείο στην Κύμη, ένας σιδεράς τον σκότωσε με τσεκούρι. Οι κάτοικοι της Κύμης συνέλαβαν τον δολοφόνο και τον πήγαν στον Πιττακό, ο οποίος, αφού άκουσε την εξιστόρηση του συμβάντος, τον άφησε ελεύθερο λέγοντας: «συγγνώμη μετανοίας κρείσσων» («καλύτερη η συγχώρεση από τη μετάνοια»). Το ίδιο περίπου απόφθεγμα του Πιττακού ο Ηράκλειτος -όπως αναφέρει ο Διογένης Λαέρτιος- το συνδέει με τον Αλκαίο, τον οποίο ο Πιττακός προτίμησε να συγχωρήσει παρά να τιμωρήσει: «συγγνώμη τιμωρίας κρείσσων» («καλύτερη η συγχώρεση από την τιμωρία»).
Όταν ο Πιττακός παραιτήθηκε από το αξίωμα του αισυμνήτη οι συμπολίτες του τού παραχώρησαν ένα μεγάλο κτήμα αλλά αυτός δέχθηκε να κρατήσει μόνο ένα μικρό κομμάτι λέγοντας ότι τόσο του αρκούσε. Επίσης αρνήθηκε τα χρήματα που του πρόσφερε ο νέος βασιλιάς της Λυδίας Κροίσος λέγοντας ότι ήδη είχε πολύ περισσότερα από όσα χρειαζόταν δεδομένου ότι είχε κληρονομήσει τον αδελφό του ο οποίος είχε πεθάνει χωρίς απογόνους. Στα τελευταία δέκα χρόνια της ζωής του ο Πιττακός έζησε σαν απλός πολίτης αλλά η σοφία του είχε περάσει προ πολλού τα σύνορα του νησιού του και πολλοί ήταν εκείνοι από όλη την Ελλάδα που τον επισκέπτονταν για να τον ακούσουν και να ζητήσουν τη συμβουλή του.
Πλείστοι μεγάλοι άνδρες, σύγχρονοι και μεταγενέστεροι του (ανάμεσά στους οποίους ο Ηρόδοτος, ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης, ο Πλούταρχος κ.α.) μίλησαν με ενθουσιασμό για τη σοφία, την ικανότητα, τη στρατηγική πείρα και την πάνω σε πολιτικά ζητήματα μεγάλη σύνεση του Πιττακού.
Έγραψε περί τα 600 «Ελεγεία» και «Ωδές» από τα οποία όμως τίποτα δεν σώζεται. Επίσης δεν σώθηκε και το βασικό του βιβλίο , που έφερε τον τίτλο «Περί νόμων σύγγραμμα». Διασώθηκε μόνο ένα μικρό ποίημά του και μια επιστολή του προς τον Κροίσο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου